ηταν ενας ομορφος πριγκηπας που ζουσε μοναχικα στο καστρο του.
Ειχε βαρεθει τοσο τη μονοτονη και παμπλουτη ζωη του,
δεν ειχε νιωσει αυτο που ελεγαν ευτυχια,παρολο τα υλικα αγαθα που του προσφεραν.
Αν και αισθανοταν ικανος να αγορασει τα παντα,
πεισμωνε που δε μπορουσε να αγορασει εκεινα τα αυλα αισθηματα.
Ακουγε παντου για αγαπη,λατρεια,ερωτα,ποθους,ηρεμια,γαληνη,προσμονη,πονο..
μα οσες φορες και να εψαξε,δε μπορεσε να τα βρει και να τα εξαγορασει με το χρυσαφι του.
Γι'αυτο και αποφασισε να ρισκαρει τη ζωη του,ψαχνωντας τα μονος του βαθια μεσα στο δασος.
Ηξερε πως το δασος ηταν στοιχειωμενο για χρονια απο μια κακια μαγισσα και κανεις θνητος δε τολμουσε να εισχωρησει στα κρυφα μονοπατια του.
Παραβαινοντας ολους τους κανονες και τα πρεπει θελησε να περπατησει αναμεσα στα ψηλα δεντρα σκεπτομενος ποση μοναξια τον ελουζαν αυτα τα γυμνα θηρια που ξεπρολαβαν μπρος του.
Δεν τον ενοιαζε η ζωη του,ενιωθε κενος και θεωρουσε ανουσια τη πραγματικοτητα του.
Ωσπου τα ποδια του ξαφνου μπλεχτηκαν σε ενα σκοινι,χτυπησε το κεφαλι του σε μια πετρα και ξαφνικα επεσε αναισθητος στο εδαφος.
Ξυπνησε μονος χωρις το στεμμα του,με σκισμενα ρουχα,σ'ενα αδειο και κρυο κελι με ψηλα καγκελα που μπορουσε να δει μονο ενα κομματι ξαστερου ουρανου.
Ενας θορυβος εσπασε τη σιωπη και μπροστα του εμφανιστηκε μια μαυρη σκια σε μορφη γυναικας,
αντιληφθηκε αμεσως πως ηταν η μαγισσα,μα δε φοβηθηκε,μαζεψε οση δυναμη μπορουσε και εκανε ενα βημα να σηκωθει,τη κοιταξε καταματα και τοτε εκεινη τον χαστουκισε που τολμησε να της ορθωσει αναστημα,τοτε τον καταραστηκε να μεινει μονος χωρις αγαπη για ολη τη υπολοιπη ζωη του,οπως κι εκεινη.
(αν καταφερνε ομως να αγαπησει κατι πραγματικα μοναχα τοτε τα μαγια θα λυνονταν...
αλλα δε το γνωριζε αυτο.)
Ο πριγκηπας δεν ανησυχησε γιατι δεν ειχε νιωσει ποτε αγαπη οποτε δε θα τον επηρεαζε και τοσο η απωλεια της,τον πληγωνε ομως το γεγονος οτι εμεινε μονος και δεν εψαξε κανεις να τον βρει.
Συνειδητοποιησε για πρωτη φορα οτι πονουσε που τον ξεχασαν ολοι και δεν ειχε καποιον να μιλαει και να του κραταει συντροφια τα βραδια...πονουσε ή ηταν αποκυημα της φαντασιας του;
Προς στιγμην χαρηκε που ανακαλυψε το αισθημα του πονου και τοτε εκλαψε πικρα,
καταλαβε το λαθος που ειχε κανει,που τολμησε επιτελους να χασει κομματι του ευατου του,
μα ηταν αργα πια για να γυρισει το χρονο πισω.
Κυλουσαν οι μερες και ο πριγκηπας εκανε καλη του φιλη τη σιωπη,αγνοουσε τα γεγονοτα που διαδραματιζονταν βαθια μεσα στο δασος.
Ενα κοριτσακι παρεα με ενα κουνελακι στην αγκαλια της επαιζαν με ενα ολοχρυσο πραγμα που εμοιαζε σα μεγαλο στρογγυλο παιχνιδι,το γοητευε τοσο η λαμψη του.
Περπατουσε αμεριμνο μεσα στους μεγαλους θαμνους...και δε καταλαβε για ποτε το κουνελακι γλιστησε και εφυγε απο την αγκαλια του,τοτε το ακολουθησε τρεχωντας να το πιασει.
Για καλη του τυχη το ειδε να μασουλα κατι φυλλα και ανακουφιστηκε που το βρηκε,τοτε ακουσε ενα θορυβο μεσα στη απολυτη ησυχια του δασους,κατι σα σφυριγμα,σα γοερο ψιθυρο που εμοιαζε με βραχνη φωνη και τοτε φωναξε ποιος ηταν εκει και η ηχω της φωνης της γυρισε πισω.
Ο πριγκηπας ακουσε το κοριτσι και πασχισε να το δει απο τα βαρια σιδερα που του στερουσαν το φως του ηλιου,μα δε μπορεσε,αρχισε να απανταει,να ρωταει,να μαθει.
Εγιναν καλοι συνομιλητες,το κοριτσι πηγαινε καθε μερα την ιδια παντα ωρα,καθοταν αναπαυτικα πανω σενα δεντρο,για να ακουει καθαρα τη μυστικη εκεινη φωνη που ειχε κανει τη ζωη της πιο περιπετειωδη..πιο χαρμοσυνη..πιο υπεροχη.
Μιλουσαν ωρες..βραδια αξημερωτα για τις ζωες τους,για το λογο που φυλακιστηκε σε εκεινο το κελι και για τους συνεχεις φοβους που τον επλητταν.
Τα ειχε εκμηστηρευτει ολα σε εκεινη τη μυστηριωδη γυναικεια φωνη.
Καποια στιγμη ο πριγκηπας αναρωτηθηκε πως και η κακια μαγισσα δε ειχε παγιδεψει το κοριτσι εκεινο τοσο καιρο και πως ξεφυγε ως τοτε απο τα μαγια της.
Η κοπελα εξομολογηθηκε οτι την ειχε καταραστει και εκεινη να περιφερεται στο δασος μονη και ερημη..εγκλωβισμενη σε σωμα μικρου κοριτσιου και μοναχα αν τολμουσε καποιος να τη σωσει θα λυνονταν τα μαγια.
Οσο περνουσαν οι μερες και οι μηνες συνεβηκε κατι μαγικο,ο πριγκηπας ενιωθε θερμη στη καρδια του,δε κρυωνε πια τα βραδια,οι πληγες της μοναξιας του επουλωθηκαν και χαμογελουσε παντα με μια σκεψη.
Του ελειπε πολυ εκεινη η φωνη και σχιζοταν η ψυχη του οταν σκεφτοταν οτι εμενε μονη και απροστατευτη στο δασος.
Ηθελε να τη δει,να την αγκαλιασει,να την αγγιξει.
Καταλαβε τοτε πως την ειχε αγαπησει..
ναι αυτο ηταν και ξαφνικα οι κλειδωνιες στις πορτες ανοιξαν,ενα φως ελουσε το κελι και μια φωνη τον καλουσε να ελευθερωθει.
Η μαγισσα σαστισε,δε πιστευε στα ματια της,τρελαθηκε..μα πως;
τα μαγια ειχαν λυθει...οταν ο πριγκηπας κοιταξε στα ματια επιτελους το φοβισμενο εκεινο κοριτσι,
μεταμορφωθηκε σε μια γοργονα που σπαρταρουσε στην αγκαλια του..εκλιπαρωντας να την οδηγησει στο βυθο,στην αγκαλια του Ποσειδωνα.
Και το εσκασαν μαζι..εκει στο βυθο της ευτυχιας τους.
Βρηκαν την αληθινη αγαπη σε ενα ταξιδι αισθησεων.
Ενιωθαν πως γνωριζονταν χρονια και η μοιρα τους ενωσε τις κλωστες των ψυχων τους.
Εζησαν κρυμμενοι σε μια βαθια σπηλια,πλασμενοι ο ενας για τον αλλο
για παντα...;!