BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS

Πέμπτη 9 Ιουνίου 2011

If only...

Ειναι φορες που δεν εχω ειλικρινα τι να γραψω,ειναι λες και δε μου φτανουν οι λεξεις,εχω στερεψει απο το πολυτιμο μελανι ψυχης... εκεινο το μελανι που μενει ανεξιτηλο μεσα μου,κατι τετοιες στιγμες. 
Εμαθα να ακουω,να σε ακουω και να παραδινομαι στους εσωκλειστους διαλογους που δραπετευουν απο τα ασημαντα,απο τα σημαντικα,απο εκεινα που ηθελημενα δε θελω να σκεφτομαι,απο εκεινα που με στεναχωρουν,απο εκεινα που θελω να ερθουν και δεν ερχονται ποτε οταν τα χρειαζεσαι.
Θαρρω πως συνηθισα στις μετεωρες συζητησεις μου μαζι σου.
Συνηθισα να αιωρουμαι.
Συνηθισα να περπαταω μαζι σου,στο πουθενα.
Θαρρεις πως επαψα να ζηταω ν'αλλαξεις...
Αλλαξα εγω,ισως.
-Χρησιμοποιεις πολυ τη λογικη σου και λιγοτερο τη καρδια σου,το ξερεις;
-Ετσι ημουν παντα,τωρα το παρατηρησες;
- Τωρα θελησα μαλλον να το παρατηρησω...
- Οι αληθειες πονανε και εσυ δεν αντεχεις να τις ακους.
-Θα επρεπε να σε ειχα γνωρισει σε αλλη περιοδο της ζωης μου.
-Τι εννοεις;
-Να ειχαμε υλοποιησει τους στοχους μας,να καναμε κι αλλες σχεσεις,γενικα να ζουσαμε κι αλλα πραγματα με αλλους ανθρωπους στο πλευρο μας και να κλειναμε σε 3 χρονια απο τωρα,ενα ραντεβου,στο ιδιο μερος που συναντηθηκαμε τη πρωτη φορα,στις 4 ωρα,απεξω απο τη γνωστη καφετερια και να αρχιζαμε ξανα απο την αρχη,να εξιστορουμε για τη ζωη μας αυτα τα τελευταια χρονια που ημασταν χωριστα.Θα το τολμουσες;
-Αν χωριζαμε φιλικα και ημασταν μονοι ακομα,ναι γιατι οχι;Καρδια μου,ειναι πιο πιθανο να ειμαστε μαζι σε δεκα χρονια,παρα να ειμαστε μαζι για δεκα χρονια.
-...
-Τι επαθες τωρα;
-Εχεις ενα δικιο,απλα περιμενα αλλη απαντηση.
-Τι περιμενες;
-Επιβεβαιωση...Σιγουρια...Ασφαλεια...Ελπιδα για το μελλον,για το μελλον μας.
-Στο εχω ξαναπει,κανεις δε ξερει τι του ξημερωνει,δε μου αρεσει να λεω μεγαλες κουβεντες,γι'αυτο ζησε το τωρα,καλα δε περναμε στο τωρα;στο παρον;και οτι ειναι να γινει θα γινει...Συμφωνεις;
-...









Υ.Γ Γι'αυτο θα της βαλω της καρδιας λουκετο,για να μη παιζει με την παρτη της κανεις...



Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

E tardi ormai...

"...Δεν είναι η ανάγκη
Δεν είναι η μοναξιά που εκεί θα με φέρει
Έχω αντέξει πολλά
Δε με ξέρεις καλά κανείς δε με ξέρει..."
 
 
Μπορει να λες πως εισαι εδω...
μα για μενα εχεις φυγει...
εχεις φυγει καιρο τωρα...
Μπορει να μιλας ακαταπαυστα...
μα για μενα μιλαει η σιωπη σου...
μιλαει η σιωπη σου καιρο τωρα...
Δεχομαι οτι εισαι αλλου...
μα δε δεχομαι οτι ξεπουλας το εδω ετσι ευκολα...
Η αποσταση πλεον δεν ειναι χιλιομετρικη,ειναι αναμεσα μας...
Η απαθεια δεν ειναι  φυσικο επακουλουθο,ειναι  μια πραγματικοτητα...
Η δικη μας πραγματικοτητα...
Η ελλειψη ενδιαφεροντος δεν ειναι αποτελεσμα,ειναι η κυριως αιτια...
 Η αφορμη για να τελειωσουν ολα και την ιδια στιγμη να αρχισουν ξανα...
Με κουρασε η εκκινηση σου,να τρεχω πλαι σου,μονη...
Να προσποιουμαι πως ειμαι καλα ενω δεν ειμαι...
Ειναι τοσο αδικο να συνειδητοποιεις τη καταρευση ολων οσων πιστευεις,κυνηγας,αγαπας...
Ειναι τοσο αντιφατικο να μη θες να σου κανουν ολα οσα κανεις...
Μπορει να εισαι εδω,μα για μενα δεν υπαρχεις πουθενα...
Χαθηκες,ετσι οπως ηρθες...
Χαμενος ησουν αλλωστε...καιρο τωρα...
Μπορει να ξερεις τι θες,μονο που δε ξερεις τι σου γινεται...
Οταν μαθεις,δε θα ειμαι εδω...
οταν μαθεις θα ειναι πια αργα...

 
 
 
 
"...Μη γυρισεις
Τιποτα μη ζητησεις
Για ενα βραδυ μη με χαραμισεις..."


Κυριακή 29 Μαΐου 2011

..ΑποΣΠΑ(Ω)σμα...

Ένα μικρό ψαροκάικο είναι η ζωή μου. Ένα μικρό φθαρμένο ψαροκάικο που έχει σμαραγδιά φεγγάρια στο κατάρτι του κι ένα ξεσκούφωτο ήλιο αληταρά για τιμονιέρη. Ένα ψαροκάικο δίχως ρότα. Που πάμε καπετάνιο? Με ρωτάει ο τιμονιέρης και μου κλείνει το μάτι.Όπου πάνε τα κύματα λέω επίσημα εγώ..και τα σμαραγδιά φεγγάρια που είναι στο κατάρτι σκάνε σαν ρόδια στην κουβέρτα..κι ο ξεσκούφωτος ήλιος ο αληταράς παρατάει το τιμόνι του και χορεύει..και η νύχτα γεμίζει χιλιάδες ήλιους αληταράδες. .και η ψυχή μου γεμίζει νύχτες πολύχρωμες.Γεμίζει σμαραγδιά φεγγάρια και θαλασσινά πουλιά…Που να χωρέσουν μέσα μου όλα αυτά?Που να στριμωχτούν π΄ ανάθεμα τα ?
Αν βρισκόταν τώρα κάποιος δίπλα μου να μου ζεστάνει τα χέρια..να μου πει ψιθυριστά"Εντάξει Μη φοβάσαι μωρό μου"Κι εγώ να σύρω τα δάχτυλα μου στο πρόσωπο του και να πιάσω το σχήμα του χαμόγελου του. Να πιάσω το σχήμα του κόσμου. Και να γλυκαθώ. Κάτι τέτοιες νύχτες είναι που έχω κάνει όλες τις αγοραπωλησίες της ψυχής μου με τον πρώτο έμπορα που θα μου παρουσιαστεί. Πουλάω τα πάντα έτσι για έναν παρά.
Είναι κάτι νύχτες του Γενάρη που τα πουλιά τρέχουν να κρυφτούν γιατί νιώθουν πως έρχεται ο χιονιάς.Πολλά πουλιά χιλιάδες.Θέλω να φύγω.Θέλω να φύγω γρήγορα πριν με προλάβει ο χιονιάς.Βαρέθηκα να ανάβω φωτιές για να ζεσταθούν οι άλλοι και στο τέλος να ξεπαγιάζω εγώ.Να μοιράζομαι την καρέκλα μου με τον κάθε κουρασμένο και στο τέλος να στρογγυλοκάθεται αυτός και γω να κουλουριάζομαι στο πάτωμα.Να σκουπίζω με τα χείλια μου τα δάκρυα των άλλων και τα δικά μου να ξεραίνονται στα μαγούλα μου και να κάνουν κρούστα.Κουράστηκε η ράχη μου να κουβαλά πληγωμένους.Στέγνωσε το στόμα μου να τους φωνάζω. Μη σωριάζεστε ρε ξεφτίλες. Σταθείτε στα πόδια σας. Μπόρα είναι. Βγάλτε τις τσίμπλες από τα μάτια σας Ξημερώνει.Βαρέθηκα να φτιάχνομαι από τα λάθη μου. Να φυτεύω βολβούς πάνω σε σωρούς από σκατά. Να βγάζω αθώους τους ένοχους και να κάθομαι για πάρτη τους στο σκαμνί. Να μουλιάζω στην βροχή γιατί άνοιξα την ομπρελά μου να μπουν από κάτω δυο τρεις μουρόχαβλοι που μου φάνηκαν κρυουλιάρηδες.
΄Οταν κάποια φορά στην ζωή σου νιώσεις πανικό χτυπά την πόρτα εκείνου που ξέρεις πως σε περιμένει...
Την ώρα του μεγάλου πανικού θα χτυπήσεις την πόρτα εκείνου που ορκίστηκε πώς πάντα θα σε περιμένει.Είδες που άδικα φοβόσουνα;Δεν χάλασε ο κόσμος λοιπόν, όταν όλοι θα σε απαρνηθούν και ο τελευταίος Ιούδας θα αρπάξει τα δηνάρια του, μόλις σε φιλήσει με πάθος στο στόμα.Δεν τρέχει κάστανο αν κάποιος κολλητός σου σε δει μια μέρα γυμνή και ξεχασμένη σε ένα πεζοδρόμιο και σου δαγκώσει την ψυχή με τον οίκτο του.Δεν ήρθε το τέλος του κόσμου, αν κάποτε γκρεμοτσακιστείς από τον βράχο που σκαρφάλωσες, γιατί πήρε το μάτι σου ένα ανθισμένο κυκλάμινο.Αυτός θα είναι εκεί.Τελείωνε μωρό μου, θα σου πει. Ξεπάγιασαν τα χέρια μου να περιμένουν να σε αγκαλιάσουν.
Ήταν ένα απομεσήμερο του Σεπτέμβρη. Ένα μωβ απομεσήμερο που τα ηλιοτρόπια ήταν δακρυσμένα, γιατί ο ήλιος τα είχε ξεχάσει και ταξίδευε πίσω από σκούρα σύννεφα.Κουράγιο έλεγα μέσα μου. Μην ιδρώνεις. Την μεριές καλά την πόρτα του. Ακόμα και αν φωνάξεις., θα σε ακούσει. Αφού στο είπε. Στ΄ ορκίστηκε πώς θα σε περιμένει.Φώναξα δυνατά ώσπου βράχνιασα.Χτύπησα δυνατά ώσπου μάτωσαν τα χέρια μου.
Κανείς....




Από το βιβλίο της Αλκυόνης Παπαδάκη "Το Σκισμένο Ψαθάκι"