Είχα ξεχάσει πως ήταν να ψάχνεις τα χρώματα… Έβλεπα μόνο το λευκό, καμιά φορά βέβαια ήταν τόσο μουντό που το μπέρδευα με το γκρίζο. Και καμιά φορά το γκρίζο ήταν τόσο λαμπερό που το μπέρδευα με το λευκό, δεν ξέρω ποιο έβλεπα τελικά περισσότερο. Λένε πως το λευκό περιέχει όλα τα χρώματα, αυτό έλεγα στον εαυτό μου και μου αρκούσε να βλέπω το λευκό, θεωρούσα πως έβλεπα όλα τα χρώματα ταυτόχρονα. Ήμουν όμως λάθος. Το λευκό κρύβει μέσα του τα χρώματα και για να τα δεις, χρειάζεσαι ένα κρύσταλλο, αυτό τον κρύσταλλο κάποτε τον είχα. Πολύ φοβάμαι ότι ίσως και να τον έσπασα γιατί βρίσκω μπροστά μου μικρά κομματάκια μέσα από τα οποία ξαναβλέπω τα χρώματα, αλλά καθώς τα κρατάω με πληγώνουν και μένω να κοιτάω το αίμα από τις άκρες των δαχτύλων μου και να χαμογελάω γιατί τρέχει ακόμα.
"Λ.Π"
Είχα ξεχάσει τη βίαιη μορφή που παίρνει ο πόνος, όταν σε αγκαλιάζει σφικτά. Το αίμα πάγωσε, πριν προλάβω να φοβηθώ. Οι κινήσεις παρέλυσαν, πριν προλάβω να μετακινηθώ. Η φωνή μου σώπασε, πριν προλάβει να ακουστεί. Και όμως..ακόμα ζω. Δες και εσύ, ζω! Ακούς; Ζω γαμώτο! Γιατί είναι υποχρέωση, γιατί είναι απαίτηση, γιατί δεν αντέχω να συλλέγω μονάχα στιγμές σου, γιατί δεν αντέχω να μην σ’έχω ολοκληρωτικά δικό μου, γιατί πρέπει να βάλω πρέπει και να ψάξω τον ευατό που έχασα μαζί σου. Να αναζητήσω διαφορετικές αποχρώσεις ευτυχίας, αυτές που μου έταξες, αλλά ποτέ δε μου ζωγράφισες. Δε μου άναψες ποτέ το φως στο δωμάτιο της καρδιάς. Την άφηνες πάντα κρύα και μόνη. Άραγε έχεις μέσα σου καρδιά; Ή βρίσκεται στο σκοτάδι και αυτή;
Έπαθα ανοσία. Στο κρυφτό, στην ψευδαίσθηση, στο φθηνό έρωτα. Στο μαύρο και στο γκρίζο. Δε ήμουν εγώ έτσι. Άφησε με. Τρέξε. Μα μη γυρίσεις να κοιτάξεις ότι άφησες. Γιατί δεν θα συνηθίσω ποτέ τη φυγή σου. Γιατί πάντα θα ψάχνω τρόπους να κάνω αρχή… κάθε τέλος που βάζεις. Γιατί πάντα θα θέλω εσένα. Θα αγαπάω τα λάθη μου. Δηλαδή εσένα. Το ίδιο λάθος για μια ζωή. Φύγε. Επιτάχυνε. Πρόδωσε με. Ξανά.